σαλπιγγογραφία

σαλπιγγογραφία
η, Ν
ιατρ. ακτινογραφία τών σαλπίγγων τής μήτρας μετά από έγχυση σε αυτές σκιαγραφικής στις ακτίνες Χ ουσίας διά μέσου τής μήτρας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. salpingography (< σάλπιγγα + -γραφία*)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ωαγωγός — Είναι ο καθένας από τους δύο μυώδεις σωλήνες, οι οποίοι αποτελούν την ωοθήκη μαζί με τη μήτρα. Με το χοανοειδές κροσσωτό στόμιό τους, που βρίσκεται προς τις ωοθήκες, οι ω. αναρροφούν, κατά κάποιον τρόπο, τα ωάρια και τα μεταφέρουν στην κοιλότητα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”